To 2024, όταν κουβεντιάσαμε, ομάδες πίεσης στις ΗΠΑ, όπως οι Moms for Liberty, είχαν προσπαθήσει να απομακρύνουν από σχολικές και δημόσιες βιβλιοθήκες 2452 βιβλία (σύμφωνα με την ALA, που ανέφερε επίσης ότι την εικοσαετία 2001-2020, ο μέσος όρος ήταν 273). Τα βιβλία αναφέρονται κυρίως σε χαρακτήρες ή θέματα ΛΟΑΤΚΙΑ+, καθώς και στο ρατσισμό, την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον αμερικανικό εμφύλιο ή τη θρησκεία. Πάμπολλες ειδήσεις αναφέρονται σε απειλές προς βιβλιοθηκάριους και απολύσεις, καθώς και στα σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες αυτοί. Ρώτησα τότε την Emily αν υπερβάλλουμε όταν αντιδρούμε στις χώρες μας στην παραμικρή ένδειξη λογοκρισίας, μισαλλοδοξίας, μη ανεκτικότητας, λεκτικής βίας στο χώρο του πολιτισμού. “Κάθε άλλο”, μου απάντησε. “Εμείς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε γιατί αφήναμε συνέχεια περιθώρια.”
Είναι σημαντικό
να αναφέρουμε ότι όλη αυτή η υπόθεση με τη λογοκρισία των βιβλίων στις ΗΠΑ (και
που τη βλέπουμε και στη Βραζιλία, στην Ιρλανδία και αλλού) διεξάγεται σχεδόν
στα παρασκήνια και πάμπολλοι πολίτες (και γονείς) την αγνοούν. Σύμφωνα
με μια περσινή έρευνα του Knight Foundation,
3% των Αμερικανών έχουν εμπλακεί στην υπόθεση αυτή: 2% κατά της λογοκρισίας και
1% υπέρ. Είναι σχεδόν απίστευτο το τι ζημιά μπορεί να κάνει το 1% σε μια
δημοκρατία. Αν ο Donald Trump είναι η πιο ορατή πλευρά του προβλήματος, δε θα πρέπει να υποτιμούμε τα
όσα γίνονται πιο αθόρυβα, στη βάση. Ούτε θα πρέπει να αφήνουμε περιθώρια ή να
αδιαφορούμε όσο δεν μας αγγίζουν προσωπικά.
Τα θυμήθηκα όλα
αυτά όσο διάβαζα τις απόψεις πέντε συναδέλφων που κατέχουν διευθυντικές θέσεις
σε μουσεία και οργανισμούς για τα όσα συμβαίνουν ανάμεσα στην κυβέρνηση Trump και τα αμερικανικά μουσεία (Μάρω Βασιλειάδου, “Διορθώνοντας”
την ιστορία των ΗΠΑ, Καθημερινή, 5.9.2025). Συμφώνησα κυρίως με την
Ελίνα Κουντούρη (ΝΕΟΝ), που τονίζει την ανάγκη να κατανοήσουμε τι συμβαίνει, να
μην περιοριστούμε απλώς στη διαπίστωση ότι ένας αυξανόμενος πολιτιστικός φόβος
εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο. Και στάθηκα και στην υπενθύμιση του Γιώργη
Μαγγίνα (Μουσείο Μπενάκη) να μη βαυκαλιζόμαστε πως έχει κατακτηθεί η πολυφωνία.
Τίποτα δεν έχει κατακτηθεί, ο αγώνας γίνεται κάθε μέρα, και δε θα πρέπει
παραχωρείται σπιθαμή, να δίνονται περιθώρια σε όσους δε σέβονται τις αρχές της
δημοκρατίας.
Αν είναι κάτι
που μου προκαλεί βαθιά ανησυχία (κάποιες στιγμές και απόγνωση) είναι το ότι
προτιμούμε να αγνοούμε τα σημάδια και να ευελπιστούμε ότι κάποια πράγματα
συμβαίνουν μόνο αλλού. Πράγμα που σημαίνει ότι, όταν η ιστορία επαναλμβάνεται
(με τον δικό της τρόπο), είμαστε συνήθως ανέτοιμοι να τη διαχειριστούμε. Η
Συραγώ Τσιάρα (Εθνική Πινακοθήκη) βλέπει τα όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ, και με τον
τρόπο που συμβαίνουν, ως ένα φαινόμενο ενδογενές, μη εξαγώγιμο. Η Κατερίνα Γρέγου (Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης),
παρά τα όσα είδαμε να συμβαίνουν στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, πιστεύει στους
θεσμούς της Ε.Ε. και στο δίκαιο των κρατών-μελών, που κατοχυρώνουν την
ελευθερία της έκφρασης. Η Θούλη
Μισιρλόγλου (MOMus) ελπίζει ότι αν δημοσιευόταν το νέο
μουσειολογικό “Mein Kampf”, δεν θα μετατρεπόμασταν όλοι μας σε
στρατιώτες στον πόλεμο του “ιδανικού μας έθνους” και της “ιδανικής φυλής μας”.
Πιστεύω ότι,
παρόλο που οι πολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονται σε κάθε χώρα είναι
μοναδικές, δεν αντιγράφονται απλά, θα πρέπει να είμαστε σε εγρήγοση, να
μαθαίνουμε από τα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν αλλού και να καραρτίζουμε εγκαίρως
τα στρατηγικά μας σχέδια. Δεν πρέπει να εφυσηχάζουμε, πιστεύοντας ότι τα
γεγονότα σε άλλες χώρες δεν μας επηρεάζουν ή ότι οι νόμοι κατοχυρώνουν
δικαιώματα για πάντα. Πολύ λιγότερο μπορούμε να ευελπιστούμε ότι δε θα
μετατραπούμε οι περισσότεροι σε στρατιωτάκια αν έρθουμε αντιμέτωποι με
φασιστικές τακτικές. Φτάνει να δούμε τι συμβαίνει σε μια δυνατή δημοκρατία,
όπως οι ΗΠΑ.
Αλλά και στην Ευρώπη, δεν έχουμε μόνο τα παραδείγματα της Ουγγαρίας και της Πολωνίας. Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα CHAPTER - Challenging Populist Truth-Making in Europe, που προανέφερα, έκανε έρευνα σε μουσεία του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας και της Πολωνίας. H Julia Lesser μοιράστηκε μαζί μας μερικά βασικά σημεία των αποτελεσμάτων:
- Πολιτική βία και εξάντληση: Ανώνυμες απειλές, τηλεφωνήματα, sms, συνεχής πίεση, περικοπές στον προϋπολογισμό, απολύσεις και διορισμοί με συνοπτικές διαδικασίες στη διοίκηση των μουσείων, μορφές παρενόχλησης.
- Σιωπηλοί μετασχηματισμοί και (αυτο)λογοκρισία: Κρυφά, αθόρυβα, τα μουσεία αφαιρούν αναφορές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν λαϊκιστές πολιτικούς και οργανωμένες ομάδες.
- Λαϊκιστικές παγίδες: Σύμφωνα με τη διευθύντρια ενός μουσείου, ο λαϊκισμός δημιουργεί μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει πλέον αντικειμενικότητα και κανείς δεν μπορεί να κρίνει τι αποτελεί στην πραγματικότητα γεγονός.
Όλα αυτά
επιβεβαιώνονται και από το ΝΕΜΟ – Network of European Museum Organisations. Στις αρχές του χρόνου, δημοσίευσε τα αποτελέσματα
του βαρόμετρου για την πολιτική επιρροή στα μουσεία στην Ευρώπη. Αναφέρθηκε
στους περιορισμούς που υφίστανται μουσεία που εξαρτώνται από την κρατική
χρηματοδότηση, επεμβάσεις και ακυρώσεις ακόμα σε εκθέσεις και άλλα προγράμματα,
πολιτικούς διορισμούς, πίεση για ευθυγράμμιση με πολιτικές ατζέντες, λογοκρισία
και αυτολογοκρισία. Κι αν θα θέλαμε και ένα “case study”, ας συμβουλευθούμε το “Early Warning: The Politicization of Arts and Culture in Slovakia”,
που δημοσίευσαν τον Απρίλιο οι οργανισμοί Artistic Freedom Initiative και Open Culture! Θα δούμε πώς αρχές και νόμοι μπορούν να
διαυρωθούν πριν προλάβει κανείς να ανοιγοκλείσει τα μάτια του.
Το θέμα πια δεν
είναι το ‘αν’ αλλά το ‘πότε’. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο να παρακολουθούμε
όλα όσα συμβαίνουν στον χώρο του πολιτισμού, να είμαστε ενήμεροι, αλληλέγγυοι,
να μαθαίνουμε ο ένας απο τον άλλο, να έχουμε μια κοινή στρατηγική. Όσο κι αν
κάποια πράγματα φαντάζουν μακρινά, και μας αφορούν και θα μας επηρεάσουν.
No comments:
Post a Comment